από την Κατιάνα Ματζαρίδου
Η βασιλόπιτα είναι ένα παραδοσιακό ελληνικό έθιμο.Το κόψιμο της βασιλόπιτας είναι από τα ελάχιστα αρχέγονα έθιμα, που επιβίωσαν στον χριστιανικό κόσμο.
Στην αρχαιότητα υπήρχε το έθιμο του εορταστικού άρτου, τον οποίο σε μεγάλες αγροτικές γιορτές οι αρχαίοι έλληνες πρόσφεραν στους θεούς.
Τέτοιες γιορτές ήταν τα Θαλύσια και τα Θεσμοφόρια...
Στα Κρόνια (εορτή του θεού Κ(Χ)ρόνου, που λατρεύονταν στην Ελλάδα και στα Σατουρνάλια (saturnalia) της Ρώμης, έφτιαχναν γλυκά και πίττες, μέσα στα οποία έβαζαν νομίσματα και σε όποιον τύχαινε το κομμάτι, ήταν ο τυχερός της παρέας...Η ορθόδοξη παράδοση συνέδεσε το έθιμο με τη Βασιλόπιτα.
Στην Καισάρεια
Γύρω από τη βασιλόπιτα υπάρχουν πολλοί μύθοι και ένας από βγαλμένος από τη χριστιανική παράδοση είναι ο εξής:
Πρόκειται για μία ιστορία που συνέβηκε πριν από εκατοντάδες χρόνια, πριν από περίπου 1500 χρόνια, στην πόλη Καισάρεια της Καππαδοκίας, στη Μικρά Ασία.
Ο Μέγας Βασίλειος ήταν Δεσπότης της Καισάρειας και ζούσε αρμονικά με τους συνανθρώπους του, με αγάπη, κατανόηση και αλληλοβοήθεια.
Κάποια ημέρα, όμως, ένας αχόρταγος στρατηγός - τύραννος της περιοχής, ζήτησε να του δοθούν όλοι οι θησαυροί της πόλης της Καισάρειας, αλλιώς θα πολιορκούσε την πόλη για να την κατακτήσει και να τη λεηλατήσει.
Ο Μέγας Βασίλειος ολόκληρη τη νύχτα προσευχόταν να σώσει ο Θεός την πόλη.
Ξημέρωσε η νέα ημέρα και ο στρατηγός αποφασισμένος με το στρατό του περικύκλωσε αμέσως την Καισάρεια.
Μπήκε με την ακολουθία του και ζήτησε να δει το Δεσπότη, ο οποίος βρισκόταν στο ναό και προσευχόταν.
Με θράσος και θυμό ο αδίστακτος στρατηγός απαίτησε το χρυσάφι της πόλης, καθώς και ότι άλλο πολύτιμο υπήρχε σ΄ αυτήν.
Ο Μέγας Βασίλειος απάντησε ότι οι άνθρωποι της πόλης του δεν είχαν τίποτε άλλο πέρα από πείνα και φτώχια, δεν είχαν να δώσουν τίποτε αξιόλογο στον άρπαγα στρατηγό.
Ο στρατηγός με το που άκουσε αυτά τα λόγια θύμωσε ακόμα περισσότερο και άρχισε να απειλεί τον Μέγα Βασίλειο ότι θα τον εξορίσει πολύ μακριά από την πατρίδα του ή και ακόμη μπορεί να τον σκοτώσει.
Οι χριστιανοί της Καισάρειας αγαπούσαν πολύ το Δεσπότη τους και θέλησαν να τον βοηθήσουν.
Μάζεψαν, λοιπόν, από τα σπίτια τους ότι χρυσαφικά είχαν και του τα πρόσφεραν , ώστε δίνοντάς τα στο σκληρό στρατηγό να σωθούν.
Στο μεταξύ, ο ανυπόμονος στρατηγός κόντευε να σκάσει από το κακό του. Διέταξε αμέσως το στρατό του να επιτεθεί στο φτωχό λαό της πόλης.
Ο Δεσπότης, ο Μέγας Βασίλειος, που ήθελε να προστατέψει την πόλη του προσευχήθηκε και μετά παρουσίασε στο στρατηγό ότι χρυσαφικά είχε μαζέψει μέσα σ΄ ένα σεντούκι.
Τη στιγμή, όμως, που ο στρατηγός πήγε να ανοίξει το σεντούκι και να αρπάξει τους θησαυρούς, με το που ακούμπησε τα χέρια του πάνω στα χρυσαφικά, έγινε το θαύμα!
Όλοι οι συγκεντρωμένοι είδαν μια λάμψη και αμέσως μετά έναν λαμπρό καβαλάρη να ορμάει με το στρατό του επάνω στο σκληρό στρατηγό και τους δικούς του.
Σ΄ ελάχιστο χρόνο ο κακός στρατηγός και οι δικοί του αφανίστηκαν.
Ο λαμπρός καβαλάρης ήταν ο Άγιος Μερκούριος και στρατιώτες του οι άγγελοι.
Έτσι, σώθηκε η πόλη της Καισάρειας.
Τότε, όμως, ο Δεσπότης της, ο Μέγας Βασίλειος, βρέθηκε σε δύσκολη θέση!
Θα έπρεπε να μοιράσει τα χρυσαφικά στους κατοίκους της πόλης και η μοιρασιά να είναι δίκαιη, δηλαδή να πάρει ο καθένας ό,τι ήταν δικό του.
Αυτό ήταν πολύ δύσκολο.
Προσευχήθηκε και πάλι ο Μέγας Βασίλειος και ο Θεός τον φώτισε τι να κάνει.
Κάλεσε τους διακόνους και τους βοηθούς του και τους είπε να ζυμώσουν ψωμάκια, όπου μέσα στο καθένα ψωμάκι θα έβαζαν και λίγα χρυσαφικά.
Όταν αυτά ετοιμάστηκαν, τα μοίρασε σαν ευλογία στους κατοίκους της πόλης της Καισάρειας.
Στην αρχή όλοι παραξενεύτηκαν, μα η έκπληξή τους ήταν ακόμη μεγαλύτερη όταν κάθε οικογένεια έκοβε το ψωμάκι αυτό και έβρισκε μέσα τα χρυσαφικά της.
Ήταν, λοιπόν, ένα ξεχωριστό ψωμάκι, η βασιλόπιτα .
Έφερνε στους ανθρώπους χαρά κι ευλογία μαζί.
Γύρω από τη βασιλόπιτα υπάρχουν πολλοί μύθοι και ένας από βγαλμένος από τη χριστιανική παράδοση είναι ο εξής:
Πρόκειται για μία ιστορία που συνέβηκε πριν από εκατοντάδες χρόνια, πριν από περίπου 1500 χρόνια, στην πόλη Καισάρεια της Καππαδοκίας, στη Μικρά Ασία.
Ο Μέγας Βασίλειος ήταν Δεσπότης της Καισάρειας και ζούσε αρμονικά με τους συνανθρώπους του, με αγάπη, κατανόηση και αλληλοβοήθεια.
Κάποια ημέρα, όμως, ένας αχόρταγος στρατηγός - τύραννος της περιοχής, ζήτησε να του δοθούν όλοι οι θησαυροί της πόλης της Καισάρειας, αλλιώς θα πολιορκούσε την πόλη για να την κατακτήσει και να τη λεηλατήσει.
Ο Μέγας Βασίλειος ολόκληρη τη νύχτα προσευχόταν να σώσει ο Θεός την πόλη.
Ξημέρωσε η νέα ημέρα και ο στρατηγός αποφασισμένος με το στρατό του περικύκλωσε αμέσως την Καισάρεια.
Μπήκε με την ακολουθία του και ζήτησε να δει το Δεσπότη, ο οποίος βρισκόταν στο ναό και προσευχόταν.
Με θράσος και θυμό ο αδίστακτος στρατηγός απαίτησε το χρυσάφι της πόλης, καθώς και ότι άλλο πολύτιμο υπήρχε σ΄ αυτήν.
Ο Μέγας Βασίλειος απάντησε ότι οι άνθρωποι της πόλης του δεν είχαν τίποτε άλλο πέρα από πείνα και φτώχια, δεν είχαν να δώσουν τίποτε αξιόλογο στον άρπαγα στρατηγό.
Ο στρατηγός με το που άκουσε αυτά τα λόγια θύμωσε ακόμα περισσότερο και άρχισε να απειλεί τον Μέγα Βασίλειο ότι θα τον εξορίσει πολύ μακριά από την πατρίδα του ή και ακόμη μπορεί να τον σκοτώσει.
Οι χριστιανοί της Καισάρειας αγαπούσαν πολύ το Δεσπότη τους και θέλησαν να τον βοηθήσουν.
Μάζεψαν, λοιπόν, από τα σπίτια τους ότι χρυσαφικά είχαν και του τα πρόσφεραν , ώστε δίνοντάς τα στο σκληρό στρατηγό να σωθούν.
Στο μεταξύ, ο ανυπόμονος στρατηγός κόντευε να σκάσει από το κακό του. Διέταξε αμέσως το στρατό του να επιτεθεί στο φτωχό λαό της πόλης.
Ο Δεσπότης, ο Μέγας Βασίλειος, που ήθελε να προστατέψει την πόλη του προσευχήθηκε και μετά παρουσίασε στο στρατηγό ότι χρυσαφικά είχε μαζέψει μέσα σ΄ ένα σεντούκι.
Τη στιγμή, όμως, που ο στρατηγός πήγε να ανοίξει το σεντούκι και να αρπάξει τους θησαυρούς, με το που ακούμπησε τα χέρια του πάνω στα χρυσαφικά, έγινε το θαύμα!
Όλοι οι συγκεντρωμένοι είδαν μια λάμψη και αμέσως μετά έναν λαμπρό καβαλάρη να ορμάει με το στρατό του επάνω στο σκληρό στρατηγό και τους δικούς του.
Σ΄ ελάχιστο χρόνο ο κακός στρατηγός και οι δικοί του αφανίστηκαν.
Ο λαμπρός καβαλάρης ήταν ο Άγιος Μερκούριος και στρατιώτες του οι άγγελοι.
Έτσι, σώθηκε η πόλη της Καισάρειας.
Τότε, όμως, ο Δεσπότης της, ο Μέγας Βασίλειος, βρέθηκε σε δύσκολη θέση!
Θα έπρεπε να μοιράσει τα χρυσαφικά στους κατοίκους της πόλης και η μοιρασιά να είναι δίκαιη, δηλαδή να πάρει ο καθένας ό,τι ήταν δικό του.
Αυτό ήταν πολύ δύσκολο.
Προσευχήθηκε και πάλι ο Μέγας Βασίλειος και ο Θεός τον φώτισε τι να κάνει.
Κάλεσε τους διακόνους και τους βοηθούς του και τους είπε να ζυμώσουν ψωμάκια, όπου μέσα στο καθένα ψωμάκι θα έβαζαν και λίγα χρυσαφικά.
Όταν αυτά ετοιμάστηκαν, τα μοίρασε σαν ευλογία στους κατοίκους της πόλης της Καισάρειας.
Στην αρχή όλοι παραξενεύτηκαν, μα η έκπληξή τους ήταν ακόμη μεγαλύτερη όταν κάθε οικογένεια έκοβε το ψωμάκι αυτό και έβρισκε μέσα τα χρυσαφικά της.
Ήταν, λοιπόν, ένα ξεχωριστό ψωμάκι, η βασιλόπιτα .
Έφερνε στους ανθρώπους χαρά κι ευλογία μαζί.
Από τότε φτιάχνουμε και εμείς τη βασιλόπιτα με το φλουρί μέσα, την πρώτη ημέρα του χρόνου την ημέρα του Αγίου Βασιλείου.
Η βασιλόπιτα, είναι αγιοβασιλιάτικο έθιμο πολλών αιώνων, μεταφέρεται από γενιά σε γενιά, για να μας θυμίζει την αγάπη και την καλοσύνη αυτού του Αγίου ανθρώπου.
Η βασιλόπιτα, είναι αγιοβασιλιάτικο έθιμο πολλών αιώνων, μεταφέρεται από γενιά σε γενιά, για να μας θυμίζει την αγάπη και την καλοσύνη αυτού του Αγίου ανθρώπου.