Τέλος βάζει στους καταχρηστικούς ορους που θέτουν οι τράπεζες στους καταναλωτές απόφαση του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης που εκδόθηκε τη Δευτέρα (17/1).
Με την απόφαση, η οποία όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση του Υπουργείου εκδόσθηκε εκδόθηκε με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον, απαγορεύεται η διατύπωση και χρήση των ακόλουθων όρων:
1. Ο όρος που προβλέπει ότι σε περίπτωση ανάληψης μετρητών από κατάστημα ή ΑΤΜ του ίδιου πιστωτικού ιδρύματος, καταβάλλονται από τον καταναλωτή προμήθεια ή λειτουργικά έξοδα στο πιστωτικό ίδρυμα.
2. Ο όρος που προβλέπει ότι στην περίπτωση στεγαστικού δανείου που χρησιμοποιείται για κατασκευή ή ανέγερση κατοικίας, το δάνειο κατατίθεται σε δεσμευμένο λογαριασμό του οφειλέτη και ενώ η αποδέσμευση γίνεται σταδιακά, ανάλογα με την πρόοδο των εργασιών, ο δανειολήπτης επιβαρύνεται με τους τόκους του δανείου, από την ημέρα που κατατίθεται το ποσόν στον δεσμευμένο λογαριασμό. Ο όρος αυτός απαγορεύεται, ανεξάρτητα αν το ποσόν που κατατίθεται στον λογαριασμό του δανειολήπτη εκτοκίζεται με τόκο κατάθεσης.
3. Ο όρος που προβλέπει ότι επιβάλλονται προμήθεια ή έξοδα για την κατάθεση σε λογαριασμό τρίτου, που είναι πελάτης του πιστωτικού ιδρύματος.
4. Ο όρος με τον οποίο επιβάλλονται προμήθεια ή έξοδα σε κάθε κίνηση λογαριασμού ταμιευτηρίου ή τρεχούμενου αναφορικά με την ανάληψη ή κατάθεση μετρητών ή επιταγής στα ταμεία των τραπεζών, όταν οι κινήσεις υπερβαίνουν το καθορισμένο από την τράπεζα όριο.
5. Ο όρος που προβλέπει την επιβολή εξόδων αδράνειας σε καταθετικούς λογαριασμούς, που παραμένουν ακίνητοι για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από αυτό που καθορίζει η τράπεζα.
6. Ο όρος που προβλέπει ότι οι λογαριασμοί με μέσο μηνιαίο υπόλοιπο μικρότερο από εκείνο που ορίζει η τράπεζα βαρύνονται με έξοδα τήρησης και παρακολούθησης των κινήσεων.
7. Ο όρος που υποχρεώνει τον καταθέτη να ειδοποιήσει αμέσως την τράπεζα, σε περίπτωση απώλειας του βιβλιαρίου καταθέσεων, και ορίζει ότι η τράπεζα δεν ευθύνεται σε περίπτωση που πραγματοποιήσει πληρωμή σε άλλο πρόσωπο, πριν λάβει την προαναφερόμενη ειδοποίηση.
8. Ο όρος που περιορίζει την ευθύνη των τραπεζών μόνο για δόλο ή για βαριά αμέλεια υπαλλήλου της, σε περίπτωση μη γνήσιας υπογραφής σε δελτία ή εντολές πληρωμής, αποκλείοντας κατ' αυτόν τον τρόπο την ευθύνη της για ελαφρά αμέλεια.